Ολοκληρώνονται οι εργασίες συντήρησης και ανάδειξης στο Αρχοντικό Γεωργίου Σβαρτς, στα Αμπελάκια

Οικία Σβαρτς, Βόρεια όψη
17

Στη φωτιστική ανάδειξη του αρχοντικού Γεωργίου Σβαρτς, στα Αμπελάκια, προχωρά το Υπουργείο Πολιτισμού, στο πλαίσιο του έργου συντήρησης και αποκατάστασης των τοιχογραφιών και των ξύλινων στοιχείων του, που χρηματοδοτήθηκε από το Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Θεσσαλία» του ΕΣΠΑ 2014 – 2020.

Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη, δήλωσε: «Το αρχοντικό του Γεωργίου Σβαρτς ανήκει στο Υπουργείο Πολιτισμού και αποτελεί επισκέψιμο μνημείο. Το αρχοντικό άρχισε να κτίζεται το 1787 και ολοκληρώθηκε το 1798. Αποτελούσε κατοικία, αλλά και έδρα της Κοινής Συντροφίας των Αμπελακίων, του Συνεταιρισμού για την παραγωγή και διακίνηση στην Ευρώπη των φημισμένων νημάτων που παράγονταν στα Αμπελάκια. Πρόκειται για εξαιρετικό δείγμα της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής του 18ου αιώνα. Η μελέτη φωτισμού του Αρχοντικού Γεωργίου Σβαρτς συμπληρώνει τη μουσειολογική και την ηλεκτρομηχανολογική μελέτη, με στόχο τη δημιουργία μιας ενιαίας οπτικής ταυτότητας και του κατάλληλου περιβάλλοντος- για κάθε αίθουσα ξεχωριστά- σύμφωνα με τα εννοιολογικά και χωρικά υποσύνολα του μνημείου. Με την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης των τοιχογραφιών, των ζωγραφισμένων επιφανειών και των ξύλινων στοιχείων του Αρχοντικού, αλλά και με τον φωτισμό του κτηρίου εξωτερικά και εσωτερικά, αναδεικνύεται συνολικά αυτό το πολύ ενδιαφέρον ιστορικό τοπόσημο για τα Αμπελάκια και παράλληλα δημιουργείται ένας ισχυρός πόλος ενίσχυσης της επισκεψιμότητας της περιοχής».

H μελέτη φωτισμού εκπονήθηκε βάσει των ευρωπαϊκών προτύπων φωτισμού για όλους τους εσωτερικούς χώρους του Αρχοντικού -υπόγειο κελάρι, ισόγειο και δύο όροφοι-, καθώς και τις εξωτερικές όψεις του κτηρίου, λαμβάνοντας υπόψη τον χαρακτήρα του μνημείου. Τα κριτήρια του φωτισμού ανάδειξης αφορούν στην ασφάλεια και οπτική άνεση των επισκεπτών στην εκθεσιακή πορεία, την οπτική προσαρμογή στη μετάβαση από τον εξωτερικό στο εσωτερικό χώρο και μεταξύ των αιθουσών, καθώς και στην προστασία του διατηρητέου κτηρίου και των φωτοευαίσθητων στοιχείων και εκθεμάτων.

Συγκεκριμένα, ακολουθείται στρατηγική φωτισμού που ιεραρχεί τα επίπεδα έντασης του φωτισμού μεταξύ των εκθεμάτων, εσωτερικών διακόσμων και περιβάλλοντος χώρου. Σήμερα το εσωτερικό του αρχοντικού φωτίζεται συμβατικά με απλές φωτιστικές λάμπες που εξασφαλίζουν γενικό φωτισμό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν αναδεικνύουν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του μνημείου, ενώ οι εξωτερικές όψεις μένουν σκοτεινές.

Το Αρχοντικό εντυπωσιάζει λόγω της επιβλητικής αρχιτεκτονικής του, αλλά και για τον πλούσιο εσωτερικό του διάκοσμο. Ξυλόγλυπτες οροφές και επενδύσεις, πορσελάνινα τζάκια, και κυρίως ο πλούσια ζωγραφική διακόσμηση προσδίδουν στο κτήριο λαμπρότητα και πολυτέλεια, ενώ αντανακλούν τον πλούτο και την πνευματική ακμή που επικρατούσε στον οικισμό κατά τον 18ο αι.