Γαλλικά και Βρετανικά ΜΜΕ υμνούν την Εθνική Λυρική Σκηνή

41

Το ενδιαφέρον σημαντικών ξένων ΜΜΕ προκάλεσαν οι καλοκαιρινές καλλιτεχνικές δραστηριότητες της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και η επιστροφή της στην ενεργό δράση μετά την πανδημία.

Η Εθνική Λυρική Σκηνή εξώφυλλο στο Opéra Magazine

Σε συνέχεια των εκτενών ανταποκρίσεων του Reuters και του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων τον περασμένο Ιούλιο, πριν από λίγες μέρες η ΕΛΣ έγινε εξώφυλλο στο τεύχος Σεπτεμβρίου του σημαντικότερου περιοδικού όπερας της Γαλλίας, του Opéra Magazine,

Μια εντυπωσιακή φωτογραφία από το 1ο Γκαλά Οπερας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στο Ηρώδειο κοσμεί το εξώφυλλο του σημαντικότερου περιοδικού. Ο διευθυντής του περιοδικού Richard Martet υπογράφει την πολύ θετική κριτική για τα δύο Γκαλά της ΕΛΣ στο Ηρώδειο τον περασμένο Ιούλιο, ενώ παράλληλα κάνει ρεπορτάζ για τις μελλοντικές καλλιτεχνικές δραστηριότητες της ΕΛΣ.

Για τα ρεσιτάλ αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Τι ευτυχία να ξανακούς τραγουδιστές συνοδευόμενους από μια ορχήστρα κάτω από το φως των αστεριών! Πόσω μάλλον όταν αυτό συμβαίνει με φόντο το μαγευτικό Ρωμαϊκό Ωδείο του Ηρώδου Αττικού στους πρόποδες της Ακρόπολης. Οι συνθήκες αυτού του ρεσιτάλ της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, είναι πολύ ιδιαίτερες (χρήση μάσκας μέχρι την τοποθέτηση των θεατών στη θέση τους, απόσταση ανάμεσα στους θεατές, μουσικοί σε απόσταση άνω του ενός μέτρου μεταξύ τους), αλλά η ευχαρίστηση παραμένει ατόφια».

«Είναι πολύ δύσκολο να φανταστείς βαρύτονους τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους, όσο ο Πλατανιάς και ο Χριστογιαννόπουλος, αναφέρει το περιοδικό.

Ειδική αναφορά γίνεται και στους δύο Ελληνες βαρύτονους: «Είναι πολύ δύσκολο να φανταστείς βαρύτονους τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους, όσο ο Πλατανιάς και ο Χριστογιαννόπουλος. Σε ό,τι αφορά το ρεπερτόριο του ιταλικού 19ου αιώνα, οι ποιότητές τους είναι συμπληρωματικές: φωνή διεισδυτική, μεγάλου όγκου και σκούρου χρώματος ο Πλατανιάς, ανώτερη κομψότητα και αίσθηση των αποχρώσεων ο Χριστογιαννόπουλος. Στον τελικό απολογισμό, οι ερμηνείες τους στη Δύναμη του πεπρωμένου και τον Τροβατόρε είναι ισότιμες. Αναμφισβήτητα, η Ελλάδα έχει την τύχη να διαθέτει δύο καλλιτέχνες αυτού του μεγέθους, που επιβεβαιώνουν τη ζωτικότητα μιας σχολής Ελλήνων βαρυτόνων, στα βήματα του σπουδαίου Κώστα Πασχάλη».

Για το νέο πρόγραμμα της ΕΛΣ σημειώνει: «Μετά τα δύο καταπληκτικά κοντσέρτα του Ιουλίου, η ΕΛΣ προγραμματίζει την επανεκκίνηση στις κλειστές της αίθουσες. Η επιστροφή αυτή θα είναι περίπλοκη όπως παντού, εξαιτίας των μέτρων για τον κορωνοϊό, αλλά δεν θα είναι λιγότερο γοητευτική. Όλα αυτά περιμένοντας το 2021, που προβλέπεται εξαιρετικό καθώς η Ελλάδα θα γιορτάσει τα διακόσια χρόνια από τον πόλεμο της ανεξαρτησίας της από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ΕΛΣ, επωφελούμενη από τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, έχει πολύ μεγάλα σχέδια για αυτή την επέτειο: όχι λιγότερες από 35 παραγωγές που μοιράζονται ανάμεσα στην Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος και στην Εναλλακτική Σκηνή. Ανάμεσά τους μια παραγωγή την οποία ο Γιώργος Κουμεντάκης, Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, έχει αναθέσει εξ ολοκλήρου σε μια ομάδα Τούρκων καλλιτεχνών, συμπεριλαμβανομένων του συνθέτη και του λιμπρετίστα, βλέποντας την ευκαιρία να αναπτύξει μια γέφυρα ανάμεσα σε δύο χώρες των οποίων ο ανταγωνισμός δεν έχει εκλείψει, όπως φαίνεται στην Ανατολική Μεσόγειο».

Εκτενές ρεπορτάζ και από το INDEPENDENT

Στο ρεπορτάζ του έγκυρου βρετανικού «Independent» με τίτλο «Η ανάρρωση των τεχνών μετά τον κορωνοϊό θα πρέπει να γίνει εκ βάθρων», ο δημοσιογράφος Oliver Bennett κάνει εκτενή αναφορά στα προβλήματα που προκάλεσε η πανδημία στον χώρο της τέχνης στη Βρετανία, στους τρόπους στήριξης των τεχνών από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και μιλάει, μεταξύ άλλων, με τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργο Κουμεντάκη. Στον πρόλογο του ρεπορτάζ η εφημερίδα σημειώνει: «Ο κορωνοϊός υπήρξε καταστροφικός για τις τέχνες στη Βρετανία, με τους πολιτιστικούς χώρους να παραμένουν κλειστοί, άλλους να ανοίγουν σταδιακά και με ανεργία σε όλους τους τομείς. Η Ελλάδα δείχνει ότι μπορεί να γίνει και αλλιώς».

Στο ρεπορτάζ του ο Oliver Bennett αναφέρει, μεταξύ άλλων: «Ο συνθέτης και Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής Γιώργος Κουμεντάκης –ήταν ο μουσικός διευθυντής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι ο Ντάννυ Μπόυλ της Ελλάδας– λέει ότι οι τέχνες έχουν παίξει σημαντικό ρόλο στην αποκατάσταση της χώρας από τον κορωνοϊό. Από την πρώτη στιγμή η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη υποστήριξε τις τέχνες και τους καλλιτέχνες με ένα μηνιαίο βοήθημα, για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν, λέει ο Κουμεντάκης μέσω zoom από την Αθήνα.

Την ίδια στιγμή υποστηρίζει ότι οι τέχνες είναι μέρος του ελληνικού DNA και της ταυτότητάς μας” και ότι ο πολιτισμός λειτούργησε ως θεραπεία, αλλά και ως πηγή εθνικής ενότητας σε δύσκολους καιρούς. Κάνει την ανάκαμψη δυνατή, αντί να είναι αποτέλεσμα της ανάκαμψης, λέει. Και προφανώς, είναι μέρος της σημαντικής τουριστικής προσπάθειας της Ελλάδας. «Ανοίγουμε τις πόρτες μας και μπαίνουμε σε μια νέα πραγματικότητα», επισημαίνει ο Κουμεντάκης. Έχουμε λάβει όλα τα μέτρα για την κοινωνική αποστασιοποίηση και είμαστε έτοιμοι να ανοίξουμε χώρους και να φέρουμε τους ανθρώπους στον πολιτισμό μετά από μια πολύ δύσκολη χρονιά, σημειώνει.

Προφανώς η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα των καιρικών συνθηκών που επιτρέπουν τις παραστάσεις σε εξωτερικούς χώρους. Αλλά επίσης έχει να κάνει και με τις προθέσεις. Η Ελλάδα βιώνει μια αναγέννηση των τεχνών από τους Ολυμπιακούς του 2004 και τη δημιουργία προ τριετίας του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, το οποίο σχεδίασε ο Ρέντσο Πιάνο, παρά το γεγονός της δεκαετούς χρηματοπιστωτικής κρίσης και της γιγάντωσης της προσφυγικής κρίσης. “Ο πολιτισμός είναι η κοινωνική μας συνοχή, οπότε στραφήκαμε στις δικές μας κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων και των προσφύγων”, εξηγεί ο Κουμεντάκης, προσθέτοντας ότι κάτι τέτοιο προέρχεται από την αρχαία μνήμη της κλασικής Ελλάδας. «Αυτό είναι το βάρος που κουβαλάμε στην Ελλάδα και είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας. Αλλά ενώ προσπαθούμε να αντιμετωπίσουμε τον σύγχρονο κόσμο χωρίς το βάρος της αρχαιότητας, την ίδια στιγμή αυτό μας προσγειώνει και μας οδηγεί στο να μιλάμε μια παγκόσμια γλώσσα».