Αυτή την τόσο εορταστική περίοδο έθιμα και παραδόσεις βρίσκουν ευκαιρία να αναβιώσουν και, έτσι, να θυμούνται οι παλιοί και να μαθαίνουν οι νέοι. Πέρα από τα έθιμα που τηρούνται σε όλη την επικράτεια, υπάρχουν κάποια που τηρούνται σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας και που αποτελούν το χαρακτηριστικό στοιχείο τους.
Το έθιμο με το “αμίλητο νερό”, Μυτιλήνη
Παραμονή της Πρωτοχρονιάς στη Μυτιλήνη και με το γύρισμα του χρόνου από όλες τις γωνιές της πόλης ξεκινούν παρέες με κατεύθυνση τη μικρή εκκλησιά της Παναγιάς της Φανερωμένης, στη βόρεια πλευρά της πόλης. Οι βρύσες στο κέντρο της εκκλησιάς τρέχουν ασταμάτητα νερό, με το οποίο οι πιστοί αφού προσκυνήσουν την εικόνα της Παναγιάς με το Χριστό στην αγκαλιά που παίζει σαν τόπι τη γη, «νίβονται», βρέχουν δηλαδή το πρόσωπο τους. Στη συνέχεια γεμίζουν με «αγίασμα» το νερό, δηλαδή από τις βρύσες, το σκεύος που έχουν μαζί τους (πήλινο παλιότερα) και με ένα λιόκλαδο μέσα ή ένα κλαδί από μυρτιά οδεύουν στο σπίτι τους για το «ποδαρικό».
Απαραίτητη προϋπόθεση για να πετύχει το «ποδαρικό» είναι αυτός που μεταφέρει το νερό να το κάνει χωρίς να μιλήσει. Να ‘ναι δηλαδή το νερό «αμίλητο».
Το τάισμα της βρύσης, Κεντρική Ελλάδα
Οπως και στη Μυτιλήνη έτσι και σε κάποιες περιοχές την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, πηγαίνουν στην πιο κοντινή βρύση “για να κλέψουν το άκραντο νερό”. Το λένε άκραντο, δηλαδή αμίλητο, γιατί δε βγάζουν λέξη σ’ όλη τη διαδρομή. Αλείφουν τις βρύσες του χωριού με βούτυρο και μέλι, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούργιο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους.
Για να έχουν καλή σοδειά, όταν φτάνουν εκεί, την “ταΐζουν”, με διάφορες λιχουδιές, όπως βούτυρο, ψωμί, τυρί, όσπρια ή κλαδί ελιάς. Έλεγαν μάλιστα πως όποια θα πήγαινε πρώτη στη βρύση, αυτή θα στεκόταν και η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Στη συνέχεια ρίχνουν στη στάμνα ένα βατόφυλλο και τρία χαλίκια, “κλέβουν νερό” και γυρίζουν στα σπίτια τους πάλι αμίλητες μέχρι να πιούνε όλοι από το άκραντο νερό. Με το ίδιο νερό ραντίζουν και τις τέσσερις γωνίες του σπιτιού, ενώ σκορπούν στο σπίτι και τα τρία χαλίκια.
Κρήτη Το έθιμο της “καλής χέρας”
Μικρά παιδιά επισκέπτονται νονούς, παππούδες, θείους για να τους κάνουν το ποδαρικό και να «εισπράξουν» την «καλή χέρα». Σήμερα όπως και σε άλλες περιοχές της χώρας η επίσκεψη συνοδεύεται από χρηματικό ποσό που δίνει συνήθως ο παππούς, η γιαγιά, ο νονός στο παιδί. Ωστόσο παλαιότερα, η «καλή χέρα» ήταν ένα σπιτικό γλύκισμα που το έφτιαχναν οι νοικοκυρές, όπως κουραμπιέδες, μελομακάρονα και δίπλες.
Το χτύπημα της καμπάνας το πρωί της Πρωτοχρονιάς, κυρίως στην ύπαιθρο, «φέρνει» μικρούς και μεγάλους μετά την εκκλησία να παίρνουν ο κάθε ένας από μια πέτρα, να κάνουν το σταυρό τους και να την πηγαίνουν μέχρι το σπίτι. Το σπάσιμο του ροδιού αλλά και της ασκελετούρας (άγριο φυτό που μοιάζει με μεγάλο κρεμμύδι ) αποτελούν για τους κρητικούς ιδιαίτερα σημεία αναφοράς. Ακόμα και σήμερα σε πολλά κρητικά σπίτια τα παιδιά κρεμάνε στο τζάκι μια άδεια κάλτσα με την προσμονή το ξημέρωμα της Πρωτοχρονιάς να βρουν μέσα σε αυτή το δώρο που περιμένουν από τον Άγιο Βασίλη.
«Σούρβαλα-Σούρβαλα» και «αλμυρή βασιλόπιτα», Έβρος
«Σούρβαλα-Σούρβαλα» (κάλαντα της Πρωτοχρονιάς) διαλαλούσαν οι μικροί καλαντιστές την προηγούμενη της έλευσης του νέου χρόνου, στις γειτονιές των χωριών του Έβρου, τραγουδώντας «Άγιους Βασίλης έριτι απού την Καισαρεία, απού την Καισαρεία, βαστάει πένα κι χαρτί, χαρτί κι καλαμάρι?». Το βράδυ της τελευταίας μέρας του χρόνου ομάδες νέων καλαντιστών, ανύπανδρων ή αρραβωνιασμένων, επισκέπτονταν όλα τα σπίτια του χωριού και εύχονταν υγεία και ευημερία στους νοικοκύρηδες που τους αντάμειβαν δεόντως.
Ιδιαίτερη θέση μεταξύ των πρωτοχρονιάτικων εθίμων έχει και το φαγητό το οποίο, στον Έβρο συνδέεται με τον προγραμματισμό της νέας χρονιάς. Χαρακτηριστική είναι η τυρόπιτα, η εβρίτικη «αλμυρή βασιλόπιτα», που μεταξύ των φύλλων της έκρυβε, εκτός από το γνωστό σε όλους νόμισμα, διάφορα ξυλαράκια το καθένα με τον δικό του συμβολισμό (η κρανιά για την υγεία, το σουσάμι για την πληθώρα των αγαθών και της παραγωγής κ.α.) ενώ μέσω των συμβόλων γίνονταν και οι αναθέσεις των εργασιών του νέου έτους, π.χ. αυτός που τύχαινε το άχυρο θα φρόντιζε το στάβλο κ.ο.κ. Την Πρωτοχρονιά ετοιμάζεται και το ζυμωτό ψωμί «κεντημένο» περίτεχνα με σχέδια της αγροτικής παραγωγής, το οποίο ο νοικοκύρης κρατά στον αέρα καλώντας τους υπόλοιπους να κόψουν ένα κομμάτι με το χέρι, σύμβολο υγείας και τύχης.
Οι Μωμόγεροι, Δράμα
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί της Δράμας απαντάται το έθιμο των Μωμόγερων, που προέρχεται από τους Πόντιους πρόσφυγες.
Η ονομασία τους προέρχεται από το «μίμος» ή το «μώμος» και το «γέρος», και συνδέεται με τις μιμητικές τους κινήσεις. Φοράνε τομάρια λύκων ή τράγων, ή στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, και έχουν τη μορφή γέρων. Οι Μωμόγεροι, προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες όλο το δωδεκαήμερο, ψάλλοντας τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους. Όταν οι παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.
Οι κολόνιες, η “στρίνα” και το έθιμο του «καλωσορίσματος», Κέρκυρα
Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στην Κέρκυρα αναβιώνει το έθιμο «της κολόνιας». Η παράδοση του εθίμου θέλει τους νέους και τους ηλικιωμένους να ραίνουν με κολόνια όλους όσους συναντούν, γνωστούς και άγνωστους και να εύχονται «καλή αποκοπή», δηλαδή να αποχωριστούν με το καλό τον παλιό χρόνο.
Στη Βόρεια Κέρκυρα ανήμερα της Πρωτοχρονιάς εξελίσσεται το έθιμο του «καλωσορίσματος». Το έθιμο θέλει οι γεροντότεροι του χωριού να ξυπνάνε από τα χαράματα και να είναι οι πρώτοι που θα καλωσορίσουν το νέο έτος. Οι ηλικιωμένοι βγαίνουν στα παράθυρα, ή στις αυλές τους και αγναντεύοντας τα βουνά και κυρίως τον Παντοκράτορα, το πιο ψηλό βουνό της Κέρκυρας, λένε τους στίχους «Καλημέρα σας βουνά και καλή πρωτοχρονιά, σαν τα βουνά να είμαι γερός, σαν την θάλασσα ξυπνός και σαν τα θαλασσοκύματα να κάνω τα θελήματα…»
Το έθιμο της στρίνας αναβιώνει ανήμερα της Πρωτοχρονιάς σε όλο το νησί. Πρόκειται για το μεγάλο «μποναμά» που θα πάρουν τα παιδιά από όλους τους συγγενείς τους. Οι ρίζες της «στρίνας» προέρχονται από τα Βυζαντινά χρόνια. Ουσιαστικά πρόκειται για το νόμισμα των καλαντιστών που στα βυζαντινά χρόνια λεγόταν «ευαρχισμός» ή «Στρίνα», από το λατινικό strena. Στα λατινικά σημαίνει αίσιος οιωνός, αλλά και δώρο της πρωτοχρονιάς. Οι Κερκυραίοι διατηρούν το έθιμο δίνοντας χρήματα στα παιδιά ως δώρο για το νέο χρόνο.
Μπουλιστρίνα και κάλαντα από τους τσοπάνηδες, Δωδεκάνησα
Την Πρωτοχρονιά ποδαρικό στα σπίτια των χωριών, κυρίως στη Ρόδο και στην Κω, έκαναν, στα παλιά χρόνια, τα μικρά παιδιά. Έπαιρναν μία πέτρα την οποία τοποθετούσαν σε κάθε σπίτι για το ποδαρικό ή ένα ρόδι το οποίο έσπαγαν στην είσοδο της πόρτας για την αφθονία στο σπίτι και οι νοικοκυρές τους έδιναν την μπουλιστρίνα τους, που ήταν κυρίως γλυκά και σπανίως χρήματα.
Ένα έθιμο που διατηρείται έως σήμερα στη Λέρο είναι τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς. Το βράδυ της παραμονής οι τσοπάνηδες του νησιού βγαίνουν με τσαμπούνες και λένε σε παραλλαγή τα κάλαντα από σπίτι σε σπίτι, μέχρι το πρωϊ. Σε κάθε σπίτι οι τσοπάνηδες ζητούν από τους ιδιοκτήτες να τραγουδήσουν ένα τραγούδι αγαπημένου προσώπου που έφυγε από τη ζωή ή είναι μακριά.
Στους Λειψούς την Πρωτοχρονιά, με το που θα μπει ο νέος χρόνος, οι νέοι του νησιού πηγαίνουν στα σπίτια με εικόνες Αγίων για το ποδαρικό.
Το «κοφτανέσι», Δερβιτσάνη Ηπείρου
Το απόγευμα της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, όλες οι οικογένειες της Δερβι(η)τσάνης στη Βόρεια Ήπειρο κάθονταν μαζεμένες κοντά στο τζάκι, αφού πρώτα έβαζαν πολλά ξύλα για να θερμανθεί το σπίτι.
Έπειτα ο αρχηγός της οικογένειας, ο οποίος στις περισσότερες περιπτώσεις ήταν ο παππούς, έπαιρνε το «κοφτανέτσι», ένα είδος φυτού με αγκάθια και με τη σειρά έριχνε από ένα φύλλο να καεί σε μια πυρακτωμένη μαυρόπλακα, λέγοντας το όνομα απ’ το κάθε μέλος του σπιτιού. Αν το φύλλο έτριζε και πηδούσε προς τα πάνω, αυτό σήμαινε ότι το νέο έτος για το συγκεκριμένο μέλος θα ήταν τυχερό.
Στο τέλος έριχναν όλο το «κοφτανέτσι» στη φωτιά. Την Πρωτοχρονιά φρόντιζαν οι πάντες να είναι εύθυμοι και γελαστοί, για να τους πάει όπως έλεγαν όλη η χρονιά χαρούμενα. Ένα έθιμο πολύ διαδεδομένο μέχρι σήμερα είναι και εκείνο της Βασιλόπιτας, η οποία φτιαχνόταν από χοιρινό κρέας στο οποίο μέσα τοποθετούνταν το νόμισμα.
Επίσης την Πρωτοχρονιά γινόταν και οι επισκέψεις στους συγγενείς και υποχρεωτικά έπρεπε όταν πλησιάζανε στην πόρτα του σπιτιού των συγγενών τους, να μπαίνανε με το δεξί πόδι για να τους πάνε όπως έλεγαν, όλα «δέξα».
Οι καλοί και οι κακοί οιωνοί, Κυκλάδες
Οι Κυκλαδίτες θεωρούν καλό οιωνό να φυσάει βοριάς την Πρωτοχρονιά, αλλά και να έρθει στην αυλή τους περιστέρι. Αν όμως πετάξει πάνω από το σπιτικό τους κοράκι τούς βάζει σε σκέψεις μελαγχολικές ότι τάχα τους περιμένουν συμφορές.
Σε όλα τα Κυκλαδονήσια, το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς οι νέοι πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και λένε τα κάλαντα. Με τα χρήματα που μαζεύουν στήνουν παραδοσιακό γλέντι στην πλατεία του χωριού.
Το «πάντρεμα» της φωτιάς είναι ένα ακόμη έθιμο των νησιών και σκοπό έχει την ενίσχυση των δεσμών του ζευγαριού. Στο Γλινάδο της Νάξου, τοποθετούν σταυρωτά δυο ξύλα στη φωτιά, για να είναι το ανδρόγυνο ευτυχισμένο, ακριβώς όπως ζευγαρώνουν τα ξύλα.
Ονομαστά είναι τα σιφνέικα κάλαντα, αυτοσχέδια στιχουργήματα που σχολιάζουν πρόσωπα και καταστάσεις.
Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει το έθιμο του «κάβου», στο χωριό Τριπόταμος της Τήνου. Κάθε Χριστούγεννα ένας κάτοικος του χωριού παίρνει στο σπίτι του την εικόνα της γέννησης του Χριστού, παίρνει δηλαδή τον «κάβο της χρονιάς». Αυτό σημαίνει ότι για όλο το χρόνο έχει κάποιες υποχρεώσεις: να φροντίζει την εκκλησία, να τη διατηρεί καθαρή, να κρατάει το καντήλι της πάντοτε αναμμένο. Με την έλευση των επόμενων Χριστουγέννων, οφείλει να ετοιμάσει κοινό τραπέζι, το τραπέζι της «αδελφοσύνης», για όλο το χωριό. Επίσης, στη Χριστουγεννιάτικη λειτουργία θα πρέπει να μοιράσει στους συγχωριανούς του κεριά από καθαρό κερί μέλισσας.
Στη Σέριφο, ένα έθιμο μετρά πολλά χρονιά ζωής και αναβιώνει κάθε Χριστούγεννα. Όλοι οι άνδρες του νησιού πηγαίνουν στον παπά για να του ευχηθούν και να του δώσουν κάποιο φιλοδώρημα και με αυτόν τον τρόπο να «φλερτάρουν»-όπως λέγεται-τον παπά.